Η συνέντευξη Γιάννη Τάτση δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της ΠΑΕ Πλατανιάς:
Ας ξεκινήσουμε τη συνέντευξη αυτή κ. Τάτση λίγο… ανάποδα. Να πάμε από το τέλος στην αρχή. Στο Καυτανζόγλειο την περασμένη Κυριακή, έκλεισε για τον Πλατανιά ο πρώτος γύρος του πρωταθλήματος. Με το χέρι στην καρδιά, πιστεύατε όταν μπαίνατε για πρώτο φορά στο Μάλεμε ότι η ομάδα θα μπορούσε να πραγματοποιήσει μέχρι τα μισά της κούρσας μια τέτοια πορεία και να βρίσκεται στις πρώτες θέσεις της βαθμολογίας;
«Αν και είχα αναλάβει λίγες ημέρες πριν αρχίσει το πρωτάθλημα όντως το πίστευα. Και θα εξηγήσω τους λόγους. Η ομάδα ήταν πολύ καλά γυμνασμένη, ενώ και οι τεχνικοτακτικές ικανότητες σε ατομικό επίπεδο ήταν ικανοποιητικές. Επίσης έχει να κάνει και με τους παίκτες. Υπήρχε καλή χημεία όσον αφορά το μέσο όρο ηλικίας και τις φιλοδοξίες του, ενώ ήταν πολύ σημαντικό ότι οι ποδοσφαιριστές του Πλατανιά, είχαν διάθεση να παίξουν για το εμείς και όχι για το εγώ. Ετσι αυτόματα αυτό δημιουργούσε και πολύ καλό κλίμα στα αποδυτήρια και μεταξύ τους, αλλά και των ανθρώπων που καθημερινά περιβάλουν το τμήμα. Ο τεχνικός διευθυντής, ο γενικός αρχηγός, ο φροντιστής, η γραμματειακή υποστήριξη, οι φυσικοθεραπευτές, ο φροντιστής του γηπέδου. Ακόμα και ο οδηγός του λεωφορείου, αλλά και οι άνθρωποι στο εστιατόριο που τρώει η ομάδα, οι φίλαθλοί μας, όλοι νιώθουμε και είμαστε ένα. Παράλληλα, παρά τα προβλήματα που προκύπτουν έπειτα από έναν υποβιβασμό, υπήρξε διάθεση από τον πρόεδρο, τον κ. Μαθιουλάκη, να στηρίξει αυτή την καινούργια προσπάθεια. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξαν δυσκολίες, αλλά όλα αυτά τα δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί στον Πλατανιά, υπερισχύουν κάθε δυσκολίας που μπορεί να παρουσιαστεί. Για παράδειγμα τα αποτελέσματα στα φιλικά, αλλά και ο αποκλεισμός από το Κύπελλο, είχαν επηρεάσει τη ψυχολογία των παικτών, καθώς παρά την πολύ καλή δουλειά που γινόταν, δεν έβλεπαν αυτή να “βγαίνει” όσον αφορά το αποτέλεσμα και μόνο, κάτι που είχε αρνητική επιρροή στην αυτοπεποίθησή τους, είτε την ατομική, είτε τη συνολική ως ομάδα. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι ο Πλατανιάς είχε φτιαχτεί από το μηδέν και ήταν μια καινούργια ομάδα δύο μηνών. Οι παίκτες αυτοί δεν είχαν παίξει ξανά μαζί, δεν υπήρχε ένας σταθερός κορμός, ενώ και εγώ από την πλευρά μου είχα ελάχιστες προπονήσεις και ένα μόλις φιλικό για να αξιολογήσω καλύτερα την κατάσταση, τόσο για να ετοιμάσω το πλάνο για την πρεμιέρα του πρωταθλήματος, όσο και να αποφασίσω ποιοι θα ήταν οι παίκτες που για αρχή θα έφερναν εις πέρας αυτή την αποστολή… Επένδυσα και πάτησα πάνω στα θετικά που είχα ως δεδομένα και προσπάθησα τις ατομικές ικανότητες που είχαμε ο καθένας να τις βάλουμε πάνω απ’ όλα για το συμφέρον του συνόλου και να γίνουμε “ομάδα”. Ετσι ξεκινήσαμε λοιπόν με πολύ αγάπη για αυτό που κάνουμε, για τον καθένα ξεχωριστά, αλλά και για τον διπλανό μας».
Δεκαπέντε αγώνες, ισάριθμα “ντέρμπι” για τον Πλατανιά. Ποιο κατά τη γνώμη σας ήταν το καλύτερο παιχνίδι και ποιο αυτό που θα θέλατε να διαγράψετε;
«Οντως δεκαπέντε ντέρμπι, με τα περισσότερα παιχνίδια σε αυτόν τον πρώτο γύρο να είναι εκτός έδρας. Ηδη είχαμε πάει δύο φορές συνεχόμενα σε Βόλο και Σπάρτη και τώρα έχουμε ξανά, πάλι δυο εκτός, καθώς παίξαμε με τον Ηρακλή και τελείωσε ο πρώτος γύρος και τώρα παίζουμε εκτός έδρας πάλι στα Σπάτα αρχίζοντας το δεύτερο. Εννοείται βέβαια ότι υπάρχει ισορροπία στο δεύτερο γύρο έχοντας μόνο τέσσερα ταξίδια σε Δράμα, Τρίκαλα, Λάρισα, Αιγίνιο, ένα παιχνίδι στο Ηράκλειο με τον Ηρόδοτο και με το παιχνίδι στα Σπάτα βγάζουμε ένα πρόγραμμα Γολγοθά. Στη συνέχεια έχουμε πέντε παιχνίδια εκτός και εννέα παιχνίδια εντός έδρας χωρίς να σημαίνει αυτό ότι θα είναι εύκολα. Το λέω απαντώντας στην ερώτηση για τα δεκαπέντε ντέρμπι τα οποία ήταν εκτός έδρας τα πιο πολλά. Ξεχωρίζω, λοιπόν, από αυτά τη νίκη στο πρώτο παιχνίδι του πρωταθλήματος με τον Αήττητο γιατί η ομάδα είχε να κερδίσει σε επίσημο παιχνίδι περίπου δέκα μήνες. Οι παίκτες, οι φίλαθλοι, ο πρόεδρος, όλοι εμείς που απαρτίζουμε την ομάδα είχαμε ανάγκη αυτή τη νίκη για λόγους αυτοπεποίθησης. Δεύτερον ο αντίπαλος είχε τότε ένα ρόστερ με έμπειρους παίκτες, στοχεύοντας αρκετά ψηλά στην αρχή του πρωταθλήματος. Από την άλλη θέλω να ξεχάσω το παιχνίδι στον Βόλο διότι ήταν η πρώτη ήττα μετά από οκτώ αγώνες και ο τρόπος που ήρθε».
Βλέποντας πλέον με πιο καθαρό μυαλό τους 15 πρώτους αγώνες, είναι κάτι που αν σας δινόταν ξανά η ευκαιρία θα θέλατε να αλλάξετε ή να διορθώσετε;
«Θα ήθελα έναν δύο Ελληνες παίκτες για να είναι πιο εύκολη η διαχείριση ενός παιχνιδιού όσον αφορά την αρχική ενδεκάδα αλλά και τις αλλαγές, με δεδομένο το ότι έχουμε επτά ξένους παίκτες και πρέπει να παίζουν μέχρι πέντε. Εχω στη διάθεση μου αρκετά αξιόλογα νέα παιδιά που δεν θέλω όμως να τους κάψω βάζοντας τους επανειλημμένα να σηκώνουν μεγάλο βάρος ευθυνών. Εχετε δει ότι όλοι παίρνουν λεπτά συμμετοχής, ορισμένοι λιγότερο, ορισμένοι περισσότερο και είναι και άλλοι που έχουν συνεχόμενα 90λεπτα. Ομως τα παιχνίδια είναι αρκετά, ενώ μπροστά μας έρχονται τον Μάρτιο επτά συνεχόμενα παιχνίδια σε ένα μήνα, όποτε καταλαβαίνετε και για ποιους λόγους κάναμε δυο μεταγραφές σε θέσεις που χρειαζόμασταν να βοηθήσουν την ομάδα».
Το καλοκαίρι πήρατε την απόφαση να αφήσετε μια γειτονική ομάδα και το πόστο του βοηθού προπονητή για να αναλάβετε τον Πλατανιά. Ποιοι ήταν οι λόγοι που σας οδήγησαν στο να κάνετε αυτό το βήμα και να πείτε το «ναι»;
«Πρώτα για μένα το να έρθω στον Πλατανιά ως πρώτος προπονητής, ήταν μια σημαντική εξέλιξη. Αυτός είναι και ο κυριότερος λόγος. Ο τεχνικός διευθυντής της ομάδας, ο κ. Αμανατίδης, διέκρινε -θεωρώ- ικανότητα και με πίστεψε, ενώ το ίδιο συνέβη και με τον πρόεδρο, τον κ. Μαθιουλάκη. Ηθελα και αισθανόμουν έτοιμος να κάνω αυτό το βήμα. Είχα ποδοσφαιρική εμπειρία, ενώ πλέον μετά από οκτώ περίπου χρόνια έχω και προπονητική, με σταθερά προοδευτικά βήματα, ξεκινώντας από μικρότερη κατηγορία και συνεργάτης προπονητής. Παράλληλα βέβαια προσπαθώ και εγώ να γίνομαι καλύτερος, όχι μόνο μέσα από τους πάγκους, αλλά έχοντας και όλα τα απαραίτητα διπλώματα στις σχολές προπονητών από το 2011 και συνεχίζω ακόμη επενδύοντας χρόνο και χρήματα. Από τον ΑΟΧ/Κισσαμικό, αποχώρησα με όμορφο τρόπο ενημερώνοντας πρώτα τον συνεργάτη μου και φίλο, τον κ. Πετράκη, αν θα είχε πρόβλημα να προχωρήσω σε αυτήν την απόφαση. Μου ανέφερε ότι σαν φίλος δεν μπορούσε να μου σταθεί εμπόδιο διότι μαζί ξεκινήσαμε και είχαμε γίνει φίλοι από τις σχολές προπονητών, ενώ επίσης μου είπε ότι ως συνεργάτης θα του έλειπα, αλλά πάνω απ’ όλα είναι η φιλία και όταν έχουμε κάποιον φίλο θέλουμε το καλό του».
Οταν ξεκινούσε το πρωτάθλημα, όλα έδειχναν να είναι εναντίον της ομάδας. Ο προπονητής είχε λίγο χρόνο να δουλέψει, οι παίκτες συγκεντρώθηκαν μέσα σε 1,5 μήνα το καλοκαίρι, καθώς ο Πλατανιάς δημιουργήθηκε από την αρχή. Ποιο είναι το μυστικό της καλής εικόνας που βγάζει η ομάδα;
«Οντως ήταν κάτι πολύ δύσκολο, καθώς όλα έδειχναν να είναι εναντίον μας. Αν και δεν ήμουν από την αρχή, όταν ανέλαβα με ενημέρωσε, ο τεχνικός διευθυντής, κ. Αμανατίδης που έκανε τον όλον αυτόν τον σχεδιασμό και το κτίσιμο της ομάδας για τις δυσκολίες που συνάντησε αλλά για την πολύ δουλειά που χρειάστηκε, τόσο από το ίδιο και τον πρόεδρο, όσο και από τον γενικό αρχηγό, τον κ. Μαθιουλάκη και την κυρία Ζωή Μητράκη στα γραφεία, που “έτρεχαν” ο καθένας από το πόστο του την ομάδα. Ομως, η όρεξη για δουλειά η αγάπη για αυτό που κάνει ο καθένας, η αγάπη και ο σεβασμός για τον διπλανό μας, η ανιδιοτέλεια, η στήριξη από τον πρόεδρο και η στήριξη των φιλάθλων είναι τα στοιχεία εκείνα που υπάρχουν στον Πλατανιά και μας βοηθούν ώστε να ανταπεξερχόμαστε τις δυσκολίες».
Ο Πλατανιάς, κ. Τάτση, βασίζεται κυρίως σε νέα παιδιά. Εχετε πει, ότι πρωταρχικός στόχος είναι αυτοί οι παίκτες να αποτελέσουν όχι μόνο το σήμερα, αλλά και το αύριο της ομάδας. Θεωρείτε ότι οι βάσεις μπήκαν σε αυτό το πρώτο διάστημα ή ο τελικός απολογισμός θα γίνει στο τέλος της σεζόν;
«Θεωρώ ότι οι βάσεις μπήκαν, ήδη με το παραπάνω. Εχετε δει και εσείς ότι όλα τα νέα παιδιά, παίρνουν χρόνο συμμετοχής και παιχνίδια και αρκετά από αυτά με την εικόνα και τα αποτελέσματα μας κάνουν να αισθανόμαστε σίγουροι, ότι ο σύλλογος μπορεί να στηριχτεί πάνω τους στο μέλλον και πως αν συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο, αυτό δεν είναι μόνο για το καλό και το συμφέρον του Πλατανιά, αλλά και για το δικό τους».
Με την εμπειρία που έχετε στην κατηγορία, πώς θα χαρακτηρίζατε το φετινό πρωτάθλημα σε σχέση με προηγούμενα. Υπάρχει περισσότερος ανταγωνισμός, με δεδομένο ότι μπροστά τους οι ομάδες έχουν και την πρόκληση της αναδιάρθρωσης;
«Εχοντας ήδη διανύσει τα μισά της κούρσας, θεωρώ ότι είναι ένα ενδιαφέρον πρωτάθλημα όπου και δεν υπάρχει εύκολος ή δύσκολος αντίπαλος. Δεν υπάρχει αυτή η έννοια και ούτε θα υπάρξει για εμένα. Αλλωστε έχετε δει και εσείς τα αποτελέσματα όλων των ομάδων. Είναι μια κατηγορία περισσότερο… άγνωστη, ακόμα και μεταξύ των ομάδων. Οι σύλλογοι αλλάζουν συχνά προφίλ, δεν υπάρχει σταθερότητα και ψυχραιμία. Υπάρχουν πολλά οικονομικά προβλήματα, αρκετοί παίκτες φεύγουν, αρκετοί έρχονται, ενώ βλέπετε πόσο συχνά αλλάζουν και οι προπονητές. Πολλές φορές βλέπουμε ομάδες, όπου δεν ξέρουν ακριβώς τι θέλουν να κάνουν στο πρωτάθλημα. Βέβαια σε αυτό παίζουν ρόλο και τα πολλά οικονομικά προβλήματα, καθώς όλοι προσπαθούμε να βρούμε λύσεις σε μια κατηγορία που δεν υπάρχουν έσοδα. Αυτά και αρκετά άλλα, φέρνουν μια ανισορροπία στην απόδοση και πάντα αντιμετωπίζεις μια καινούρια κατάσταση με αρκετούς αντιπάλους. Εμείς, τώρα, πάμε στα Σπάτα να παίξουμε τώρα με τον Αήττητο, σε ένα πολύ κακό γήπεδο, σε αντίθεση για παράδειγμα το γήπεδο του Ηρακλή, της Παναχαϊκής, αλλά και το δικό μας, όπου ο αγωνιστικός χώρος είναι πολύ καλός. Νομίζω, όμως ότι η Football League, μπορεί να προσφέρει πάρα πολλά στο ελληνικό ποδόσφαιρο, αρκεί να υπάρχουν έσοδα στις ομάδες. Εσοδα όμως που θα επενδυθούν και θα είναι ελεγχόμενα, διότι σε διαφορετική περίπτωση πάντα θα υπάρχει κάτι αρνητικό. Ενας νεαρός παίκτης που θα περάσει από αυτή την κατηγορία, μπορεί να πάρει εμπειρίες και παραστάσεις, προκειμένου είναι πιο έτοιμος όταν θα υπάρξει η πρόκληση της Super League και αυτό θα είναι κέρδος όχι μόνο για τον παίκτη, αλλά τις ομάδες και το ελληνικό ποδόσφαιρο. Τέλος, θεωρώ ότι η πρόκληση της αναδιάρθρωσης κάνει το φετινό πρωτάθλημα πιο αξιόπιστο και πιο ανταγωνιστικό με βάση πάντα την λογική, διότι αν η αναδιάρθρωση προχωρήσει τα χρήματα που θα παίρνουν οι ομάδες είναι μια ουσιαστική βοήθεια, σε σχέση με το σχεδόν τίποτα που παίρνουν τώρα».