Ο Γιάννης Οκκάς μίλησε για το ζήτημα της ψυχικής υγείας στον χώρο του ποδοσφαίρου.
Ο προπονητής του Ολυμπιακού Β’, Γιάννης Οκκάς, παραχώρησε συνέντευξη στο «SHOOTANDGOAL» για τις ανάγκες του ρεπορτάζ, γύρω από το ζήτημα της ψυχικής υγείας στον χώρο του ποδοσφαίρου.
Στη συνέντευξή του, ο Οκκάς τονίζει την αναγκαιότητα του αθλητικού ψυχολόγου στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, αναφέροντας μας χαρακτηριστικά ότι στην πρώτη του παρουσία στην Ανόρθωση, στο τιμ υπήρχε ψυχολόγος που ήταν κάτι το πρωτόγνωρο τότε για το κυπριακό ποδόσφαιρο.
Αναλυτικά όλη η συνέντευξη:
Γιάννο, είστε τόσα χρόνια στον χώρο του ποδοσφαίρου. Ήταν πράγματι ταμπού οι εποχές τότε, το να μιλήσεις για θέματα ψυχικής υγείας στο ποδόσφαιρο;
Υπάρχει μεγάλη δόση αλήθειας σε αυτό. Έχει να κάνει και με τις γενιές πιστεύω, για το πως μεγάλωναν οι προηγούμενες γενιές όπως ήμασταν εμείς. Όμως και οι γενιές οι δικές μας ίσως να το αντιμετώπιζαν λίγο καλύτερα, γιατί αν μπορώ να το πω έτσι, ήταν πιο ‘σκληρές’ εποχές, εποχές όπου η καθημερινότητά μας ήταν ένα μάθημα ζωής και χτίσιμο χαρακτήρα. Και το λέω αυτό γιατί οι τότε εποχές οι δικές μας, είχαν κάποιες δυσκολίες, όπως το ότι δεν είχαμε εύκολη πρόσβαση στην προπόνηση, οι γονείς μας δεν είχαν τη δυνατότητα να μας παρέχουν κάποια πράγματα, σε εισαγωγικά, που τα έχουν τώρα οι νεότεροι όπως η ευκολία μετακίνησης. Και διάφορα άλλα πράγματα που μας μεγάλωναν σαν χαρακτήρα. Δηλαδή προσπαθούσαμε να βρούμε από μικρή ηλικία, και σε οικογενειακά και σε ποδοσφαιρικά θέματα, τις λύσεις από μόνοι μας, όχι πάντα με το χέρι του πατέρα ή της μητέρας. Χωρίς να σημαίνει όμως ότι δεν χρειαζόμασταν και εμείς μία χείρα βοηθείας μετέπειτα και σαν ποδοσφαιριστές.
Τι βλέπετε εσείς προσωπικά να αλλάζει σε αυτό τον τομέα τα τελευταία χρόνια; Έχουμε και δειλά δειλά στην Κύπρο την είσοδο αθλητικών ψυχολόγων στις ομάδες.
Οι αθλητικοί ψυχολόγοι δίνουν αρκετή βοήθεια στα παιδιά. Στην Ανόρθωση του 1997-2000, είχαμε και μία ψυχολόγο στο τιμ της ομάδας, ήμασταν όμως η εξαίρεση. Ήταν κάτι το πρωτόγνωρο, το ότι τότε η διοίκηση του Κίκη Κωνσταντίνου είχε φέρει στη ομάδα μία ψυχολόγο. Οι σημερινές γενιές έχουν μεγάλη βοήθεια από τους αθλητικούς ψυχολόγους, συνεργάστηκα με κάποιους και εγώ και πραγματικά δίνουν τη δική τους λύση σε διάφορα θέματα καθώς είναι κάτι στο οποίο έχουν μορφωθεί. Δεν είναι όπως ένας προπονητής που θα πει στους παίκτες του ‘μην αγχώνεσαι και πάμε’. Ακόμη και η κάθε λέξη παίζει το δικό της ρόλο. Μπορείς να πεις μία λέξη και εκεί που θέλεις εμψυχώσεις τον ποδοσφαιριστή, στο τέλος να τον καταρρακώσεις περισσότερο. Άρα οι αθλητικοί ψυχολόγοι είναι ένας τομέας που είναι πολύ σημαντικός στη σημερινή μέρα, γιατί και οι νέοι τώρα για κάποιο λόγο τα έχει φέρει η κοινωνία έτσι, που τα πράγματα είναι λίγο πιο ευάλωτα για αυτούς μέσα από την ευκολία της καθημερινότητας. Στην Εθνική όταν ήμουν προπονητής εκεί, είχαμε τον αθλητικό ψυχολόγο. Είχαμε μία συνεργασία, είχαμε τον χρόνο που δινόταν στους αθλητές για ραντεβού μαζί του και ο ψυχολόγος θα προσέγγιζε και θα άγγιζε κάποιες άλλες παραμέτρους που δεν μπορεί να προσεγγίσει ο προπονητής. Και πιστεύω αυτό βοήθησε αρκετά.
Είπατε ότι η παρουσία της ψυχολόγου στην Ανόρθωση ήταν η εξαίρεση. Επειδή ήταν και κάτι νέο αυτό για σας, σας δυσκόλεψε το να έχετε μία προσέγγιση μαζί της, να της ανοιχτείτε;
Κοιτάξετε, ήθελε κάποιο χρόνο αυτή η μετάβαση για μας. Ήταν κάτι το πρωτόγνωρο. Αλλά για είναι ειλικρινής, αυτοί που προσπάθησαν, ιδιαίτερα η πιο νεαρή γενιά όπως ήταν η δική μου, προσπαθήσαμε να ακούσουμε τι είχε να πας πει. Εγώ προσωπικά έπαιρνα σημειώσεις από τις συναντήσεις και μαθήματα που είχαμε μαζί της και τις έπαιρνα μάλιστα και στο σπίτι μου και προσπαθούσα να τις δω και στην πράξη. Εμένα αυτό με βοήθησε και στη συνέχεια σαν προπονητή. Δηλαδή να δεχθώ τον οποιονδήποτε αθλητικό ψυχολόγο να μπει στο μέρος της προπόνησής μου, να δώσω χρόνο σε αυτό τον άνθρωπο για να βοηθήσει. Γιατί είδα ότι και από την εμπειρία μου σε κάποιο βαθμό, ότι αποφέρει αποτέλεσμα.
Φαντάζομαι και επειδή όπως είδατε από πρώτο χέρι να φέρνει αποτέλεσμα η παρουσία ενός αθλητικού ψυχολόγου, μπήκε και στην αντίληψή σας τώρα που είστε προπονητής.
100%. Όχι μόνο αποτέλεσμα στους παίκτες μας, αλλά και στην οικογένεια γενικά. Υπάρχει η σωστή προσέγγιση, ήδη ένας προπονητής που παίρνει την άδεια PRO περνάει και από κάποια στάδια εκμάθησης ψυχολογίας. Όμως για να είμαι δίκαιος, είμαι ένας άνθρωπος που δεν μου αρέσει ‘να μπαίνω στα χωράφια των άλλων’, να το πω έτσι κυπριακά. Και όπως δεν μου αρέσει να μπαίνουν κάποιοι στα χωράφια μου σε ότι αφορά την προπονητική, έτσι και εγώ πρέπει να καταλάβω ότι δεν μπορώ να κάνω το έργο του αθλητικού ψυχολόγου. Άρα πάω εκεί ‘που με παίρνει’ και από εκεί και πέρα συνεχίζει και τα φέρνει εις πέρας ένας άνθρωπος που είναι ειδικός στον τομέα.
Όταν ήσασταν στην Εθνική σαν προπονητής, έρχονταν από μόνα τους τα παιδιά να σας μιλήσουν για θέματα τα οποία μπορεί να αντιμετώπιζαν είτε μέσα είτε έξω από τον χώρο του ποδοσφαίρου;
Πάρα πολλές φορές, ναι. Είχα μία άριστη σχέση με τα παιδιά και ένας τρόπος για να έρθουν οι παίκτες να σου μιλήσουν είναι να τους δείξεις εμπιστοσύνη και να προσπαθήσεις να καταλάβεις το κάθε πρόβλημα που μπορεί να αντιμετωπίζουν. Το έκανα μέχρι το βαθμό που ήταν οι γνώσεις μου και η δυνατότητά μου. Και νομίζω το πιο σωστό είναι αυτό. Να βοηθήσεις δηλαδή μέχρι το βαθμό που μπορείς, γιατί από εκεί και πέρα ίσως κάνεις κάτι λάθος, άθελά σου. Πρώτα απ’ όλα άκουγα τα παιδιά, προσπαθούσα να αυξήσω την έννοια της ενσυναίσθησης, δηλαδή να μπω στην θέση τους για να τους καταλάβω. Είναι κάποια πράγματα που έχουμε διδαχθεί, διαβάσαμε στα βιβλία για την άδεια του PRO, ήταν και του χαρακτήρα μου φυσικά. Εγώ να σας πω από τα βιώματά μου, ήμουν ένας άνθρωπος που είχα την τύχη να παίξω στο εξωτερικό και γνωρίζω τις δυσκολίες, και τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του εξωτερικού. Πέραν από κάποιες καλύτερες συνθήκες που βρίσκεις στο εξωτερικό, υπάρχουν και κάποια πράγματα στα οποία δυσκολεύεσαι. Πχ η προσαρμογή, η οικογένεια, τα σχολεία, η καθημερινότητα του να είσαι αλλού. Και προσπάθησα να μορφωθώ σε αυτό τον τομέα και απέκτησα και από τα βιώματά μου αυτή τη λέξη που σας είπα, την ενσυναίσθηση. Προσπαθώ να μπω στην θέση του άλλου. Όταν επέστρεψα πίσω στην Κύπρο μετά την Θέλτα Βίγκο, προσπάθησα και βοήθησα πάρα πολλούς συμπαίκτες μου για τον απλούστατο λόγο που σας είπα. Και εγώ χρειάστηκα όταν ήμουν εξωτερικό τη βοήθεια κάποιων, πχ στο να βρω σπίτι. Ένιωσα τον πόνο του εξωτερικού, τις δυσκολίες του εξωτερικού. Να έχεις ένα μωρό, η γυναίκα σου να πρέπει να μείνει σπίτι για μέρες επειδή θα λείπεις για παιγνίδι μακρινό, αυτά όλα μου έδωσαν τη δυνατότητα να φιλτράρω κάποια πράγματα και με τη σειρά μου να βοηθήσω τον συνάνθρωπό μου.
Η αθλητική ψυχολόγος Θάλεια Παναγή που μίλησε για τις ανάγκες του ρεπορτάζ μας, μας είπε ότι στις ακαδημίες γίνεται καλύτερη δουλειά σε αυτό τον τομέα παρά τις Α’ ομάδες, γιατί εκεί θεωρούν ότι ο ποδοσφαιριστής σαν επαγγελματίας οφείλει να ξεπερνάει κάποια πράγματα μόνος του. Ποια είναι η δική σας άποψη για αυτό;
Εμείς όταν παίζαμε ποδόσφαιρο, μπορεί να ήμασταν στα 35 μας και να ήμασταν μωρά ακόμη. Ο χώρος του ποδοσφαίρου πολλές φορές δημιουργεί έναν κόσμο, δεν θέλω να παρεξηγηθώ, ότι τα έχει όλα ένας παίκτης. Χρήματα, αυτοκίνητα κλπ. Όμως τον χαρακτήρα δεν τον δημιουργούν ούτε τα χρήματα ούτε οι ανέσεις. Υπάρχουν παιδιά που έχουν τα πάντα αλλά θέλουν μία καλή κουβέντα από τον συνάνθρωπό τους. Θέλουν μία κίνηση ανθρωπιάς. Και ο ποδοσφαιριστής όσο θα είναι ποδοσφαιριστής, θα είναι ένα μικρό παιδί.
Είναι αυτό που μας είπε χαρακτηριστικά και ο Νίκος Κατσαβάκης, ότι και οι ποδοσφαιριστές πρέπει να καταλάβουν ότι σε κάποια φάση τα φώτα κλείνουν.
Σε αυτό το πράγμα έχω να σας πω και τη δική μου ιστορία. Όλη αυτή η διαδρομή, Κύπρος-Ελλάδα-Ισπανία και πάλι Κύπρος, μου έδωσε τα πάντα μπορώ να σας πω. Είμαι ευγνώμων για αυτό. Προς το τέλος της καριέρας μου, και λόγω χαρακτήρα και λόγω του πως μεγάλωσα στην οικογένειά μου σε θέματα αρχών και αξιών, μου έδωσε τη δυνατότητα να προετοιμαστώ για το τέλος της καριέρας μου. Και όταν σας λέω να προετοιμαστώ για το τέλος, όταν πατάς τα 34 σου, τα 35 σου, ακόμη και πιο νωρίς, αρχίζει και το φίλαθλο κοινό να λέει ότι αυτός μεγάλωσε και δεν είναι ο ίδιος ποδοσφαιριστής. Αντιλαμβάνεσαι μία αύρα του στυλ ότι πρέπει να σταματήσεις. Μπορεί να σας πω ότι εγώ δύο χρόνια πριν σταματήσω το ποδόσφαιρο, άρχισα και προετοίμαζα τον εαυτό μου για το τέλος. Έλεγα ‘Γιάννο ξέρεις, μπορεί του χρόνου ή τον μεθεπόμενο χρόνο να σταματήσεις’, ώστε να μην έρθει εκείνη η στιγμή που θα κλείσω το διακόπτη. Γιατί αντιλαμβάνεστε όταν διαβάζεις κάποια άρθρα και βιβλία που σου λένε το ποσοστό των παικτών που πάσχουν από κατάθλιψη μετά το τέλος της καριέρας τους, μιλάμε για απίστευτο ποσοστό. Μόνο και μόνο όταν διαβάζεις αυτό το πράγμα, δεν μπορείς να το προσπεράσεις. Και πάνω σε αυτό ξεκίνησα και εγώ να προετοιμάζω τον εαυτό μου παρόλο που κέρδισα σχεδόν τα πάντα από τον χώρο, δηλαδή φήμη, χρήματα, αναγνώριση.
Είναι και αυτό όμως. Ολοκληρώσατε την καριέρα σας θεωρητικά αργά, στα 37 σας, αλλά την ίδια ώρα ήσασταν πολύ νέος.
Ακριβώς. Και έλεγα ‘Γιάννο ξέρεις θα σταματήσεις το ποδόσφαιρο’ και αυτό το πράγμα δεν θα σας πω ότι το πέτυχα 100%, αλλά το πέτυχα σε μεγάλο ποσοστό. Γιατί και ακόμη όταν σταμάτησα το ποδόσφαιρο, ήθελα ένα χρόνο προσαρμογής. Αλλά είχα κάνει την προεργασία μου.
Είχατε αποφασίσει από πριν ότι θα ασχοληθείτε με την προπονητική στη συνέχεια ή υπήρξαν και άλλες σκέψεις στο μυαλό σας;
Είχα δύο-τρεις σκέψεις στο μυαλό μου αλλά όλες ήταν γύρω από το ποδόσφαιρο. Είτε λέγεται αυτό Τεχνικός Διευθυντής είτε λέγεται προπονητής. Αλλά αυτό δεν αναιρούσε ότι θα σταματήσω την καριέρα του ποδοσφαιριστή. Και σας λέω ότι αυτό το πράγμα με βοήθησε. Όμως δεν σας κρύβω ότι επειδή σταμάτησα και πέρασαν 4-5 μήνες να ασχοληθώ ξανά με το ποδόσφαιρο, ένιωσα πολύ άβολα που ερχόταν το πρωί και το απόγευμα και ήμουν σπίτι και έλεγα μέσα μου ότι ‘τα τελευταία 20 χρόνια ήμουν αλλού έτσι ώρα της ημέρας’. Αλλά αυτή η προεργασία όλη μου έδωσε την ευκαιρία να το «χωνέψω» πιο εύκολα και να μην με επηρεάσει τόσο. Το πρώτο σοκ μου έτσι για να καταλάβετε, σαν ποδοσφαιριστής, ήταν όταν οικειοθελώς σταμάτησα από την Εθνική. Δεν σας κρύβω ότι έριξα μεγάλο κλάμα σπίτι. Οικειοθελώς είπα ‘Γιάννο πρέπει να σταματήσεις γιατί ξέρεις, πρέπει να δώσεις και χώρο στα νέα παιδιά’. Μπορούσα για παράδειγμα να έχω ακόμη 10 συμμετοχές στην Εθνική, αλλά δεν ήταν το σωστό. Σκοπός ήταν να τελειώσεις καλά από την Εθνική και να δώσεις τη σειρά σου σε νέο αίμα που θα μπορούσαν να προσφέρουν και ίσως περισσότερα από εσένα. Όταν το αποφάσισα και έκανα τη συνέντευξη τύπου μαζί με τον κ. Κουτσοκούμνη, και ήρθα σπίτι τη νύχτα, συνειδητοποίησα ότι δεν θα ξανακληθώ στην Εθνική, έριξα μεγάλο κλάμα. Αλλά επειδή το έκανα συνειδητά, το έκανα μετά από πολλές σκέψεις, το ξεπέρασα στη συνέχεια.
Σκεφτήκατε καθόλου ότι ίσως θα έρθει η μέρα που θα φύγετε και τελείως από τον χώρο του ποδοσφαίρου;
Δεν το σκέφτηκα ποτέ ότι θα έφευγα τελείως από τον χώρο του ποδοσφαίρου. Σκέφτηκα ίσως να έκανα κάτι που να μην είχε αποκλειστικά θέμα με το ποδόσφαιρο, αλλά σε συνδυασμό με το ποδόσφαιρο. Πχ να ήμουν προπονητής αλλά να είχα και κάτι άλλο. Αλλά χωρίς ποδόσφαιρο εντελώς, όχι, δύσκολο.
Αυτοί που δεν είναι τόσο τυχεροί, θέλουν να συνεχίσουν στον χώρο του ποδοσφαίρου αλλά δεν μπορούν να τα καταφέρουν; Μας είχε πει ο Νίκος Κατσαβάκης πάλι, ότι οι ομάδες δεν μπορούν να συμπεριφέρονται στους παίκτες σαν ένα λεμόνι, να το στύβουν και μετά να το πετάνε. Ίσως θα έπρεπε και οι ομάδες να έχουν ένα ενεργότερο ρόλο για την επόμενη μέρα των ποδοσφαιριστών;
Δυστυχώς ο Νίκος σας είπε μία πικρή αλήθεια, που συμβαίνει στους περισσότερους. Δηλαδή όσο είσαι εκεί, ‘είσαι ο Νίκος ο Κατσαβάκης, ο παιχταράς και αυτά’, μόλις δεν είσαι τόσο ικανός, σε στύβουν όσο δεν πάει άλλο και σε πετάνε. Αυτό συμβαίνει σε πολλά παιδιά. Είναι όμως πάρα πολλοί οι ποδοσφαιριστές και καμιά φορά για να μην κατηγορούμε και τις ομάδες, κάποιες φορές δεν υπάρχει θέση για τον Γιάννο Οκκά για παράδειγμα τη δεδομένη στιγμή στην τάδε ομάδα ή εκεί που ολοκληρώνει την καριέρα του. Άρα εγώ θα πω ότι, και χωρίς να είμαι απόλυτα σίγουρος αλλά με τις εμπειρίες και τα βιώματά μου, πρέπει να γίνονται σεμινάρια από ειδικούς σε ποδοσφαιριστές που πλησιάζουν στο τέλος της καριέρας τους. Εγώ πιστεύω στον ίδιο τον Γιάννο. Δεν μπορούμε να εξαρτηθούμε από καμιά ομάδα. Καλώς ή κακώς το ποδόσφαιρο είναι μία βιομηχανία. Ή μπορώ να σας πω και στον ανθρώπινο τομέα δεν μπορείς να τους βάλεις όλους που σταματάνε στην Εθνική ή κάπου αλλού. Κάποιοι θα αδικηθούν, στα εισαγωγικά θα αδικηθούν. Αυτοί που θα μείνουν απ’ έξω, νομίζω πρέπει να τυγχάνουν μίας στήριξης, παράδειγμα μέσω επιμορφωτικών σεμιναρίων. Ή για όλα αυτά τα παιδιά, να υπάρχει ένα τμήμα που θα τα βοηθάει να έχουν μία ομαλή μετάβαση μετά το ποδόσφαιρο. Τώρα το τι είναι αυτό, δεν μπορώ να το ξέρω σίγουρα. Να μην είναι ‘μπαμ και κάτω’ για έναν ποδοσφαιριστή όταν κλείνουν τα φώτα, είναι ένα πολύ άσχημο πράγμα.