Ο Γιώργος Χατζάρας, ένας ντόμπρος κι ευγενής άνθρωπος του ελληνικού ποδοσφαίρου, παραχώρησε συνέντευξη στη σελίδα «Ο Sivas» για λογαριασμό του «Sport-Retro».
Απολαύστε τον σπουδαίο και πάντα αυθεντικό Γιώργο Χατζάρα, σε μία συνέντευξη από καρδιάς με πολλές σπαρταριστές και άγνωστες ιστορίες.
Ο Γιώργος Χατζάρας ως ποδοσφαιριστής
-Ας αρχίσουμε από την ποδοσφαιρική σας καριέρα. Πώς έγινε το ξεκίνημα και σε τι θέση παίζατε;
«Ήμουν από 10 χρονών στον Άρη, μεγάλωσα εκεί, γαλουχήθηκα εκεί και η φυσιολογική πορεία ήταν να γίνω επαγγελματίας στα 17-18. Αγωνίστηκα σε Εθνική Νέων και Ελπίδων. Ύστερα έφυγα από τον Άρη και πήγα στη Βέροια. Έπαιζα 6άρι και 8άρι, κάπου ανάμεσα, «εξαροοκτάρι» το λέγαμε τότε.
Είχα και έφεση στο γκολ, καλό σουτ, καλά πόδια, όχι πολύ κεφάλι, το φοβόμουν το κεφάλι (γέλια) και καλά έκανα. Αγωνίστηκα από τα 17 μέχρι τα 30. Τριάντα χρονών σταμάτησα και ασχολήθηκα με την προπονητική. Χόρτασα από μπάλα και σταμάτησα».
-Δουλεύατε παράλληλα στη ΔΕΗ;
«Δούλευα παράλληλα με την μπάλα, 30 χρόνια στη ΔΕΗ, ως τομεάρχης. Είμαι συνταξιούχος της ΔΕΗ. Την αγαπώ πολύ και δε θα την άφηνα ποτέ. Με διευκόλυνε η υπηρεσία κι έτσι κατάφερα και τα συνδύασα».
-Ποιος ήταν ο καλύτερος συμπαίκτης ή αντίπαλος που αντιμετωπίσατε;
«Η δική μου γενιά είχε παικταράδες. Εγώ όταν έπαιζα ως πιτσιρίκος μεσουρανούσε ο Δομάζος, ο Παπαϊωάννου, ο Κούδας, ο Δεληκάρης… Τερματοφύλακες όπως ο Σαργκάνης, ο Αρβανίτης ή ο συγχωρεμένος Αλέκος Κωστίκος. Αμυντικοί όπως ο, επίσης συγχωρεμένος, Κυράστας, ο Καρούλιας, ο Φοιρός, ο Πέλλιος. Μέσοι όπως ο Αναστασιάδης, εγώ, ο Κουσουλάκης, ο Δράμπης, ο Λιβαθινός. Μπροστά ο Αρδίζογλου, ο Μαύρος… Μιλάμε ήταν μια φουρνιά πολύ καλή».
-Εσείς αγωνιστήκατε στην Εθνική Ελλάδας;
«Εγώ όχι. Έφυγα από τον Άρη και δεν αγωνίστηκα στην Εθνική. Ήμουν ο μόνος απ’ όσους ανέφερα που δεν έπαιξε Εθνική. Ειδικά τότε αν δεν αγωνιζόσουν σε κάποια από τις μεγάλες ομάδες, δεν έπαιζες Εθνική».
Από τα τοπικά στην Α’ Εθνική
-Ποια ήταν η πρώτη ομάδα που προπονήσατε;
«Δεν είναι ο Αετός Σκύδρας, όπως αναφέρει η Wikipedia. Άρχισα από πολύ χαμηλά. Από τα τοπικά. Απολύτως συνειδητά. Πάντα έλεγα πως για να γίνεις καλός προπονητής, πρέπει να αρχίσεις από χαμηλά. Έτσι κι έκανα. Έκανα χρόνια στα τοπικά. Πέρασα όλες τις βαθμίδες. Τοπικά, Δ’ Εθνική, Γ’ Εθνική, Β’ Εθνική και τελικώς Α’ Εθνική.
Συγχρόνως σπούδασα προπονητική στις σχολές. Τότε ήταν απαραίτητο. Ήμουν μάλιστα αριστούχος. Σήμερα σταματάνε όλοι το ποδόσφαιρο και θέλουν να αναλάβουν κατευθείαν τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό. Δε γίνεται έτσι».
-Πρώτη φορά που προπονήσατε ομάδα Α’ Εθνικής ήταν η Βέροια το 1998-99;
«Ναι. Την πήρα τότε πολύ χαμηλά ήδη, αλλάξαμε τον τρόπο παιχνιδιού. Ήδη από το 1990 έφερα τη «ζώνη» στην Ελλάδα κι επάνω σε αυτήν την τακτική και φιλοσοφία, όπως παίζεται το σύγχρονο ποδόσφαιρο δηλαδή, δουλέψαμε. Τότε υπήρχε ο λίμπερο, υπήρχαν αυτά τα πράγματα. Νομίζω οι ομάδες που είχαμε τότε, τακτικά μιλώντας ήταν μπροστά από την εποχή τους».
-Ξεχωρίζετε κάποιον παίκτη από την τότε ομάδα της Βέροιας;
«Η Βέροια τότε ήταν σε δύσκολη κατάσταση, αλλά υπήρχε στην ομάδα ο Γιώτης Τσαλουχίδης, μια μεγάλη ποδοσφαιρική μορφή που βοηθούσε».
Αιγάλεω και Θωμάς Μητρόπουλος
-Και μετά το Αιγάλεω. Το παραλάβατε στη Γ’ Εθνική και το ανεβάσατε στην Α’ Εθνική, ενώ καταφέρατε να βγείτε και στην Ευρώπη. Ποιο ήταν το κλειδί για να πετύχετε τόσο μεγάλες επιτυχίες με το «Σίτι»;
«Για να πετύχεις κάτι θα πρέπει να βρεις παράγοντες που θα σου δώσουν όραμα. Αυτό το όραμα που εσύ μπορείς να το εκπληρώσεις. Νομίζω πως η συνεργασία μου με τον Θωμά Μητρόπουλο ήταν παραδειγματική. Με καταλάβαινε και τον καταλάβαινα. Ο Θωμάς εκείνη την εποχή ήταν μπροστά από την εποχή του κι εγώ προπονητικά με τις γνώσεις μου το ίδιο. Έτσι και το ποδόσφαιρο που παίζαμε καταφέραμε να είναι πιο μπροστά από την εποχή εκείνη.
Αυτή η συνάντησή μας ήταν προς το καλό του ποδοσφαίρου και του Αιγάλεω. Υπήρχε ήδη μια σπουδαία γενιά παικτών, αλλά παράλληλα μπορέσαμε και ανακαλύψαμε μια φουρνιά νέων ποδοσφαιριστών που μεγαλούργησαν αυτοί, μεγαλουργήσαμε εμείς, μεγαλούργησαν όλοι».
-Αφού αναφέρετε τον Θωμά Μητρόπουλο, εσείς που συνεργαστήκατε τόσο στενά μαζί του, πείτε μας πώς είναι ως χαρακτήρας; Είναι όπως φαίνεται φειδωλός στα λόγια του;
«Ο Θωμάς είναι μετρημένος. Λέει λίγα και εννοεί πολλά. Μακάρι όλοι οι άνθρωποι να ήταν έτσι. Οι περισσότεροι λένε πολλά και κάνουν λίγα».
-Υπάρχει κάποια ωραία ιστορία για τον Θωμά Μητρόπουλο που δεν ξέρουμε και αξίζει να αναδειχθεί;
«Είχε πολλά ο Θωμάς. Έχει γράψει ιστορία (γέλια). Ο Θωμάς πάντοτε είχε τις ατάκες του, ήταν φιλόσοφος. Αυτό που τον έκανε μεγάλο ήταν ότι κανένας ποδοσφαιριστής δεν μπορούσε να μιλήσει με τον Θωμά. Κανένας. Έδινε με αυτόν τον τρόπο δύναμη στον προπονητή. Μου έλεγε ‘εσύ κάνεις κουμάντο εκεί, εσύ μιλάς, εγώ όταν μιλήσω ή θα επιβάλλω ποινές ή θα δώσω κάποιο πριμ’.
Όταν ο ποδοσφαιριστής δε μιλάει με τον πρόεδρο, αυτομάτως ο προπονητής αποκτά μεγάλη δύναμη. Αυτό ήταν το καλύτερο που έκανε ο Θωμάς. Και το έκανε για την ομάδα. Επομένως οι ποδοσφαιριστές είχαν να κάνουν με εμένα και μόνο μαζί μου».
-Θυμάστε κάποια ατάκα αντιπροσωπευτική του Θωμά Μητρόπουλου;
«Πάντοτε πείραζε τον Ανέστη Αγρίτη και τον Γιάννη Χλωρό (γέλια). Αν δεν πήγαιναν καλά, έκανε το χέρι του σαν ψαλίδι και τους έλεγε ‘θα σας κόψω’. Για πλάκα φυσικά».
«Έπαθαν πλάκα στην Πόρτσμουθ»
-Το Αιγάλεω είχε καταπληκτική ομάδα τότε.
«Το Αιγάλεω ήταν μπροστά από την εποχή του. Έτσι όπως δούλευε το Αιγάλεω, τα τεχνικά μέσα που είχε, το προσωπικό που είχα δίπλα μου, τον γυμναστή Κώστα Διάλα, τον προπονητή τερματοφυλάκων, έναν φυσιοθεραπευτή καταπληκτικό που έκανε και πρόβλεψη τραυματισμών, είχαμε αναλυτές παιχνιδιών, είχαμε πολλά πράγματα που για εκείνη την εποχή ήταν πολύ προχωρημένα.
Η Team System τότε είχε πρωτοβγεί. Κάναμε προπονήσεις με την καρδιακή συχνότητα των ποδοσφαιριστών. Καθένας έκανε ξεχωριστή προπόνηση. Το Αιγάλεω ήταν μπροστά. Δεν ήμασταν το μεγαθήριο να χτυπήσουμε Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, Άρη, Ηρακλή… Τους κοντράραμε, όμως, με την τεχνολογία μας, τη δουλειά που γινόταν στο ποδοσφαιρικό τμήμα. Ένα ποδοσφαιριστή που τον παίρναμε 1.000.000 δραχμές, σε 2-3 χρόνια άξιζε 300.000.000».
-Παράδειγμα ο Γιάννης Σκοπελίτης που πήγε στην Πόρτσμουθ;
«Ακριβώς. Όταν στείλαμε τον Σκοπελίτη στην Πόρτσμουθ ήταν ο Βέλιμιρ Ζάετς εκεί. Για να σου δώσω να καταλάβεις, εμείς είχαμε στον φάκελό του όλα του τα εργομετρικά από το 1999 και πέρα. Έπαθαν πλάκα όταν τον είδαν οι Άγγλοι. Κι εγώ πάντοτε όταν έπαιρνα ποδοσφαιριστές, ήθελα να έχουν κάποιες νόρμες, να έχουν οργανισμούς σωστούς. Κι έπαθαν πλάκα στην Αγγλία, μας είπαν ‘ούτε εμείς εδώ δε θα μπορούσαμε να έχουμε τέτοια οργάνωση’. Πέντε χρόνια όλα τα εργομετρικά. Το Αιγάλεω ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του».
-Είχατε κάποιον αγαπημένο παίκτη;
«Όλους τους αγαπούσα από εκείνη τη φουρνιά. Ήταν όλοι εκπληκτικοί. Ο Γιάννης Χλωρός, ο Ανέστης Αγρίτης, ο Γιάννης Σκοπελίτης… Ήταν αρκετοί. Ο Γιώργος Αλεξόπουλος, ο Γιώργος Μπάρκογλου… Άκου πώς λειτουργούσαμε εμείς. Όταν ερχόταν ένα παιδί, οι παλιοί ήταν οι «πατεράδες» των νέων. Χρεώναμε για παράδειγμα στον Αλεξόπουλο και τον Μπάρκογλου τον Αντώνη Πετρόπουλο.
Αυτοί ήταν αναγκασμένοι να τον γαλουχήσουν να του δώσουν να καταλάβει τι εστί Αιγάλεω. Αυτός σεβόταν τους «πατεράδες» του, αυτοί τον καθοδηγούσαν σωστά και στο σύνολο το Αιγάλεω πήγαινε σωστά. Με αυτόν τον τρόπο είχε συνέχεια η ομάδα. Σεβασμός σε αυτούς που υπάρχουν και, παράλληλα, οι νέοι να πάρουν τα σωστά πατήματα από τους παλιούς».
-Κλείνει μια επιτυχημένη πενταετία στο Αιγάλεω κι έρχεται ο Άρης. Αλήθεια από το «Σίτι» γιατί φύγατε;
«Κοίτα, είχα πει ότι ποδοσφαιρικά είχα «μπουκώσει» και ήθελα να αλλάξω περιβάλλον. Να φανταστείς δε γεύτηκα την Ευρώπη. Την έβγαλα Ευρώπη την ομάδα κι έφυγα. Δεν έχει ξαναγίνει σε προπονητή. Έφυγα στο top της».
«Τη βρίσκεις στα 89 και νομίζεις ότι είναι 19. Αυτό έπαθα στον Άρη!»
-Κεφάλαιο Άρης Θεσσαλονίκης.
«Δεν ήθελα να δουλέψω. Το ποδόσφαιρο ήταν στα κάτω του. Υπήρχε μόνο ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός. Εγώ είχα στόχο να πάω σε κάποια μεγάλη ομάδα. Εν πάση περιπτώσει αυτό δεν έγινε. Μπορώ να σου πω τότε είχε διαλυθεί η ΑΕΚ, δεν υπήρχε ΑΕΛ, στα κάτω του ο Ηρακλής, στα κάτω του κι ο Άρης. Υπήρχαν κάποιες ομάδες, όπως ο Πανιώνιος και ο Ιωνικός. Δεν ήθελα σε τέτοια. Ήθελα κάτι μεγαλύτερο. Ήθελα να ξεκουραστώ. Αυτό που ήταν να δώσω στο Αιγάλεω, το είχα δώσει».
-Τι άλλαξε, λοιπόν, και δουλέψατε στον Άρη;
«Συναισθηματικά δούλεψα. Συναισθηματικά με βρήκαν. Είχα έναν φίλο, τον Νικήτα Ματθαίου, πρόεδρο τότε του Άρη, ο οποίος με είχε βρει και είχε καταφέρει να με πείσει να πάω σε έναν Άρη που δεν… υπήρχε. Ήταν λάθος εποχή εκείνη που πήγα στον Άρη».
-Είχατε δηλώσει, μάλιστα, ότι ο Άρης τότε είχε γίνει «Περοκέ» (σ.σ. θέατρο), γιατί δεν τον σέβονταν. Ήταν στα κάτω του.
«Ναι, ήταν δυστυχώς θίασος. Ήταν σε άσχημες καταστάσεις. Συμφορά. Με είχαν πείσει ότι θα μπουν στο άρθρο 44, μου είχαν πει ότι θα έρθουν κάποιοι επενδυτές. Ο συγχωρεμένος ο Λαϊνόπουλος και πολλοί άνθρωποι με έπεισαν να πάω».
-Κι όμως, παλέψατε με όλες σας τις δυνάμεις.
«Αν δεν είχαν γίνει τα επεισόδια στο ματς με τον Ηρακλή, δε θα πέφταμε. Το παιχνίδι που διακόπηκε στο 1-2. Ακόμα δηλαδή και με τέτοια βάσανα, ο Άρης θα είχε σωθεί και θα έβγαινε Ευρώπη, γιατί είχαμε προκριθεί στον τελικό Κυπέλλου, κόντρα στον Ολυμπιακό.
Εκείνη τη χρονιά είχε έρθει η Adidas, η Pepsi, η Εθνική Τράπεζα, ο ΟΤΕ… Είχαν προσεγγίσει τον Άρη και ήταν διατεθειμένοι ο καθένας να βάλει από 2.000.000 ευρώ για να κάνουν στο «Κλεάνθης Βικελίδης» θύρα του ΟΤΕ, της Adidas κ.τ.λ. Να λεγόταν δηλαδή «Κλεάνθης Βικελίδης Adidas». Όλα αυτά ανατράπηκαν εκείνη τη χρονιά με τα επεισόδια που έγιναν».
-Τόσα χρόνια μετά θα μας εξηγήσετε γιατί εν τέλει οι φίλαθλοι του Άρη έκαναν εισβολή στον αγωνιστικό χώρο;
«Σαν τώρα το θυμάμαι. Οι «Ιερολοχίτες» είχαν κόντρα με τον «Super 3» και η ομάδα πλήρωσε την έριδα των συνδέσμων».
-Στον τελικό Κυπέλλου εκείνη τη χρονιά είχατε σταθεί καλά.
«Βάσει των συνθηκών της εποχής, ήταν μια πολύ αξιοπρεπής εμφάνιση. Μέχρι το 70ό λεπτό μπορούσαμε να προηγηθούμε. Αλλά ο Ολυμπιακός ήταν μεγάλο μέγεθος. Στον πάγκο είχε τον Νέρι Καστίγιο και τον Ζιοβάνι. Με Ριβάλντο μέσα, με Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς… Άλλο επίπεδο ποδοσφαιριστών.
Δίκαια το πήρε με την ποιότητά του, ιδίως στο τελευταίο 25λεπτο, εκεί φάνηκε η ποιότητα. Όταν δεχθήκαμε το γκολ, καταλάβαμε ότι δεν μπορούσαμε να ακολουθήσουμε. Καταλάβαμε ότι το χάσαμε το παιχνίδι. Αλλά όταν ήταν 0-0, ήμασταν μέσα στο παιχνίδι και θα μπορούσαμε να προηγηθούμε με τον Μίμη Μπενίσκο».
-Μετανιώσατε που πήγατε τότε στον Άρη;
«Κοίτα να δεις, εγώ στον Άρη μεγάλωσα. Πώς να στο πω; Είσαι ερωτευμένος με μια ομάδα, με μια κοπέλα. Δεν τη βρίσκεις στα 19, ούτε στα 29, ούτε στα 39, ούτε στα 49. Τη βρίσκεις στα 89 και νομίζεις ότι είναι 19. Αυτό έπαθα στον Άρη!»
Η μάχη με την κατάθλιψη και το μήνυμά του
-Ξανά Αιγάλεω μετά.
«Μετά όντως ξαναήρθα Αιγάλεω, σε μια σεζόν που ήταν προβληματική. Καταφέραμε και σώσαμε τη χρονιά γρήγορα, αλλά να ξέρεις ότι πάντοτε στις επιστροφές δεν είναι ίδια τα πράγματα όπως τα αφήνεις. Σε καμμιά δουλειά. Ήταν μια πετυχημένη χρονιά, προωθήσαμε κάποια παιδιά και είπαμε με τον Θωμά ότι πρέπει να ενισχυθεί η ομάδα, προκειμένου την επόμενη περίοδο να έχει παρουσία με αξιώσεις».
Όταν αρχίσαμε δεν ήταν πλήρες το ρόστερ, πηγαίναμε καλά, αλλά είχαμε πει τον Δεκέμβρη να κάνουμε μεταγραφές για να ενισχυθούμε. Τελικά δεν έγιναν, εγώ κάποια στιγμή εγκατέλειψα την ομάδα αν και δεν κινδύνευε, εν πάση περιπτώσει το Αιγάλεω δεν πήγε καλά και έπεσε. Εγώ το είχα διαβλέψει δυστυχώς.
Από εκεί κι έπειτα, στο ποδόσφαιρο έβλεπα ότι ο κύκλος των προπονητών κλείνει όση επιτυχία κι αν έχουν καταγράψει, γιατί όταν κάνεις ένα λάθος δε στο συγχωρούν. Είναι σαν τον τερματοφύλακα. Μπορεί να κάνεις 100 αποκρούσεις, να «φας» ένα κοροϊδίστικο γκολ και θα θυμούνται όλοι το κοροϊδίστικο γκολ. Πάντοτε έτσι γίνεται. Είμαι γεμάτος προπονητικά, είμαι περήφανος γιατί έφερα στην Ελλάδα την άμυνα που παίζεται τώρα, την άμυνα χώρου, τη «ζώνη» κι αυτές τις παραλλαγές που παίζονται».
-Το 2009 δηλώσατε ότι αντιμετωπίσατε κατάθλιψη και πως ήταν μια πολύ δύσκολη περίοδος, από την οποία βγήκατε νικητής. Πόσο δύσκολο ήταν να το ξεπεράσετε και τι μήνυμα στέλνετε σε όσους παλεύουν με αυτήν;
«Ασφαλώς να μιλήσουμε και γι’ αυτό το θέμα. Εκείνη την εποχή δεν πήρα κάποια ομάδα, ήθελα να απομονωθώ και μ’ έπιασε μια κατάθλιψη, μια στενοχώρια. Τράβηξε πάρα πολύ, τυραννήθηκα πολύ κι εγώ κι η οικογένεια μου κι οι φίλοι μου, γενικά ο περίγυρός μου.
Ευτυχώς δεν πήγα ούτε σε ναρκωτικά, ούτε σε ψυχοφάρμακα, ούτε σε τίποτα. Αυτό το λέω για να τα αποφύγουν οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν κατάθλιψη. Βρήκα την ομοιοπαθητική και το ξεπέρασα. Αυτό είναι το μήνυμά μου. Γι’ αυτό είχα δώσει τότε συνέντευξη. Μη φοβάστε την κατάθλιψη, μην παίρνετε ψυχοφάρμακα, απευθυνθείτε στην ομοιοπαθητική, η οποία θα σας δώσει λύση. Εμένα μου έδωσε».
«Να με θυμούνται «λιοντάρι»
-Θα σας ξαναδούμε σε πάγκο;
«Όχι, όχι. Για μένα έκλεισε το κεφάλαιο προπονητική. Μπορεί να με δείτε σε κάποιο άλλο οργανωτικό κομμάτι».
Δηλαδή, τι πόστο θα θέλατε να αναλάβετε; Ποια είναι η ιδανική δουλειά για τον Γιώργο Χατζάρα σήμερα;
«Οργανωτικό σε μια ομάδα. Να μην περιέχει πάγκο. Θέλω μετά από αυτήν την πορεία που έχω κάνει να με θυμούνται «λιοντάρι» όχι σαν «τραυματισμένο λιοντάρι».
-Τι εννοείτε ακριβώς όταν λέτε οργάνωση ομάδας;
«Όχι προπονητής πάντως, κρέμασα την κάπα μου, τελείωσε. Ωστόσο, δε λέει κάτι ότι είμαι μακριά από το ποδόσφαιρο, αν δω ότι οι συνθήκες είναι καλές και υπάρχει ένας τομέας όπου μπορώ να βοηθήσω έναν σύλλογο, θέλω να το κάνω».
-Τεχνικός διευθυντής ενδεχομένως;
«Οι τεχνικοί διευθυντές έχουν πολλές παραμέτρους. Ξέρεις πώς βγήκε ο τεχνικός διευθυντής; Ο Γιόχαν Κρόιφ δεν είχε δίπλωμα προπονητή. Στο εξωτερικό ήταν αυστηρά τα πράγματα, έπρεπε να έχει και τα τυπικά προσόντα, όχι όπως εδώ. Για να του δώσουν τη δυνατότητα να προπονεί και για να βρουν τρόπο να είναι μέσα στην ομάδα, τον βάφτισαν τεχνικό διευθυντή. Έτσι δημιουργήθηκε η θέση».
Ο Λαγός και το «Golf»
-Αντί επιλόγου, υπάρχει κάποια ιστορία που δεν έχει δει το φως της δημοσιότητας από την περίοδο που ήσασταν προπονητής και θέλετε να τη μοιραστείτε;
«Είναι πολλά, αλλά δε λέγονται (γέλια). Μια ωραία ιστορία που θυμάμαι είναι η εξής. Την πρώτη χρονιά που παίζαμε Α’ Εθνική, είχαμε 9 αγωνιστικές χωρίς νίκη. Δεν πήγαινε καλά, «τρώγαμε» αρκετά εύκολα γκολ. Κάνουμε μια νίκη με τον Εθνικό Αστέρα. Ο Εθνικός Αστέρας είχε έναν ποδοσφαιριστή Φώτη Λαγό, ο οποίος ήταν και αρχηγός. Τότε έρχονταν και οι αρχηγοί στις συνεντεύξεις. Ενώ ήμασταν, λοιπόν, στο πάνελ όλοι μαζί, λέω εγώ: ‘Επιτέλους και η δικιά μας η σκύλα, έφερε λαγό’. Δηλαδή νικήσαμε!»
-Είχατε πει και μια άλλη ατάκα που έχει μείνει με το «Golf» και το «Skoda» μετά από έναν αγώνα Ξάνθη-Άρης. Τι θυμάστε από τότε;
«Εκεί με είχαν προπηλακίσει και ήμουν τσαντισμένος. Πήγα στη συνέντευξη Τύπου και είπα αυτό (γέλια): ‘Εγώ ως προπονητής δεν είμαι ούτε δημοσιογράφος που… κονομάω ούτε είχα τη ΒΙΑΜΑΡ ΑΕ και τη Skoda. Να ξέρετε και κάτι. Στη ζωή μου δεν έχω οδηγήσει ποτέ Skoda γιατί είμαι θιασώτης του Golf’. Είχα ένα Golf τότε όντως. Τα σοβαρά πράγματα εγώ τα έλεγα έτσι αστεία».
-Υπάρχει κάτι που θέλετε να πείτε και δεν ειπώθηκε στη συνέντευξη;
«Καταρχήν να προσέχουν όλοι με αυτήν την πανδημία. Έπειτα εύχομαι και το Αιγάλεω κάποια στιγμή να ορθοποδήσει. Πιστεύω πως με αυτά τα παιδιά, την οικογένεια Παλτόγλου που έχει και οικονομική ευχέρεια, κάποια στιγμή θα ξεπηδήσει και θα πάει εκεί που ανήκει, δηλαδή στην Α’ Εθνική».