Ο Νίκος Κουρμπανάς συνδέθηκε από τα νεανικά του χρόνια με την Παναχαϊκή, καθώς με την κοκκινόμαυρη φανέλα έπαιξε για πρώτη φορά στην Α’ Εθνική το 1987.
Γεννημένος στο Βέλο Κορινθίας στις 22 Μαρτίου 1962, έπαιξε σε Ελλάδα Βέλου, Πέλοπα Κιάτου και στη συνέχεια πήρε μεταγραφή για την Κόρινθο. Ακολούθησε μια χρονιά στην Παναχαϊκή (1987-1988), πέντε χρόνια στον Παναθηναϊκό (1988-1993) με τίτλους, συμμετοχές στην Εθνική ομάδα, ενώ στη συνέχεια αγωνίστηκε σε Πανιώνιο και Μαρκό.
Στην Παναχαϊκή έρχεται για πρώτη φορά ως προπονητής τη σεζόν 2001-2002, δεύτερη την περίοδο 2004-2005 και τρίτη τη χρονιά 2006-2007. Τώρα είναι προπονητής στη Ρόδο που πρωταγωνιστεί στο πρωτάθλημα της Γ’ Εθνικής.
Ο Νίκος Κουρμπανάς μίλησε για όλα, με τη γλώσσα της αλήθεια όπως συνηθίζει, λέγοντας πολλά και ενδιαφέροντα.
– Την πρώτη φορά που ήρθατε ως προπονητής στην Παναχαϊκή ήταν την περίοδο 2001-2002…
«Σωστά, επί Λουκόπουλου».
– Δεν μοιάζει πολύ μακρινή αυτή η εποχή;
«Αστο φίλε… Ναι είναι μακρινή. Εμένα η Παναχαϊκή μού έδωσε πολλά πράγματα. Επαιξα μαζί της στην Α’ Εθνική από την Κόρινθο και μετά ξαφνικά με κάλεσε ο Λουκόπουλος τότε, ενώ ήμουν προπονητής στη Γ’ Εθνική με τη Μαρκό, να γίνω πρώτος προπονητής στην Παναχαϊκή. Με εμπιστεύτηκε. Η ομάδα σώθηκε τελευταία στιγμή στα μπαράζ».
– Ακολούθησαν κι άλλες φορές…
«Ναι, μου έδωσε την ευκαιρία για δεύτερη φορά ο Στάθης Μουτζουρούλιας την περίοδο 2004-2005 και την τρίτη φορά ο Κώστας Μακρής τη σεζόν 2006-2007. Με δένουν πράγματα με την Παναχαϊκή».
– Ως ποδοσφαιριστής ήρθατε το 1984 για πρώτη φορά στην Παναχαϊκή;
«Για πρώτη φορά το 1984 με υποσχετική, ξαναγύρισα στην Κόρινθο και επέστρεψα το 1987».
– Πώς έγινε τότε η συμφωνία;
«Δεν ήταν μεταγραφή. Εγώ ανήκα στον Παναθηναϊκό και με είχε δώσει στην Παναχαϊκή για έναν χρόνο. Μάλιστα, η Παναχαϊκή είχε πατήσει σε μία διάταξη και δεν με έδινε πίσω γιατί εκείνη την εποχή με ζητούσε ο Ολυμπιακός του Κοσκωτά. Είχαν γίνει δικαστήρια για να μπορέσω να φύγω από την Παναχαϊκή και να πάω στον Παναθηναϊκό. Εκείνο το καλοκαίρι που γινόταν όλη αυτή η ιστορία, ήμουν με την Εθνική ομάδα στον Καναδά. Αρα ήμουν ως παίκτης της Παναχαϊκής στην Εθνική».
– Και σας άφησε τόσο μεγάλο αποτύπωμα ο ένας χρόνος στην Παναχαϊκή;
«Η Παναχαϊκή είναι μεγάλο σωματείο. Επαιξα για πρώτη φορά στην Α’ Εθνική και έκανα πολλούς φίλους, δέθηκα πολύ με την ομάδα».
– Ακολουθεί μια γεμάτη πενταετία στον Παναθηναϊκό με τίτλους και διακρίσεις…
«Πράγματι… Με δύο πρωταθλήματα, με νταμπλ και με δύο γκολ που πέτυχα στους τελικούς του Κυπέλλου Ελλάδας με τον Αθηναϊκό».
– Πώς ήταν η εμπειρία σε ένα τόσο μεγάλο σύλλογο;
«Το θέμα ήταν πώς θα μπορούσα να παίξω σε μια τέτοια ομάδα. Το θετικό με μένα ήταν ότι είχα καλή ψυχολογία, δεν πήγα με μιζέρια εκεί. Το προσόν μου ήταν ότι έπαιζε σε τρεις θέσεις. Λίμπερο, στόπερ και αμυντικό χαφ. Και σε κάθε περίπτωση βρισκόμουν μέσα στην 11άδα. Εκτός από τις δύο σεζόν που έπαιξα καθαρά λίμπερο, όλες τις άλλες χρονιές βρισκόμουν πάντα στην 11άδα παίζοντας τις τρεις θέσεις. Αυτό με βοήθησε πάρα πολύ. Είναι σημαντικό για έναν ποδοσφαιριστή να μπορεί να παίξει σε πολλές θέσεις σε μία μεγάλη ομάδα».
– Ποιος ήταν ο προπονητής που σας άφησε το μεγαλύτερο αποτύπωμα στον Παναθηναϊκό;
«Ολοι οι προπονητές σ’ αυτές τις ομάδες είναι καλοί προπονητές. Από τους Ελληνες, ένας που δεν του δόθηκε η σημασία που έπρεπε, ήταν ο Βασίλης Δανιήλ. Πέρασε τρεις φορές από τον Παναθηναϊκό, δεν είναι εύκολο αυτό. Γενικά, πάντως, από Ελληνες, έχω μεγάλη εκτίμηση στον Ανδρέα Μιχαλόπουλο».
– Από τους ξένους;
«Ως έναν βαθμό ο Ιβιτσα Οσιμ. Στον Παναθηναϊκός ήταν χαμένος. Εκείνη την εποχή ο πόλεμος στην Γιουγκοσλαβία τού δημιουργούσε πρόβλημα και δεν ήταν σε ήρεμη κατάσταση. Φαινόταν ότι είναι καλός προπονητής με προσωπικότητα, αλλά ψυχολογικά δεν ήταν καλά και γι’ αυτό δεν είχε μεγάλη επιτυχία στον Παναθηναϊκό. Ομως σαν προπονητής ήταν πολύ καλός με καινούργιες ιδέες. Είχε προβλήματα θυμάμαι με τον Σαραβάκο, ο οποίος δεν μπορούσε να ακολουθήσει κάποια κομμάτια στην προπόνηση».
– Δηλαδή;
«Στο αμυντικό κομμάτι δεν μπορούσε. Ηταν δυνατόν να γυρίσει ο Μήτσος πίσω να κάνει άμυνα στον μπακ; Ζητούσε πρωτόγνωρα πράγματα για την Ελλάδα».
– Υπήρχε συμπαίκτης με τον οποίο να είχατε ιδιαίτερη σχέση;
«Αυτός που είχα ανθρώπινες σχέσεις σε προσωπικό επίπεδο και μέναμε μαζί ήταν ο Πάρις Γεωργακόπουλος. Συνυπήρξαμε τρία χρόνια στο ίδιο δωμάτιο. Μόνο εγώ μπορώ να ξέρω τον Πάρι, κανείς άλλος».
– Πάντως, ήταν ένας προικισμένος παίκτης που θα μπορούσε να παίξει για πολλά χρόνια σε υψηλό επίπεδο…
«Αν τον ρωτήσεις μετά από τόσα χρόνια, κάπου μπορεί να το έχει μετανιώσει. Σταμάτησε πολύ νωρίς χωρίς να έχει κάποιο πρόβλημα τραυματισμού».
– Τι σας έλεγε τότε;
«Κάποια βράδια πάνω στη συζήτηση, μου έλεγε ότι θα σταματήσει, αλλά δεν τον πίστευα και γελούσα. Αδίκησε τον εαυτό του γιατί θα μπορούσε να παίξει καλή μπάλα. Και έπαιζε στον Παναθηναίκό δίπλα σε θηρία της εποχής, όπως ο Ζάετς, ο Μπορέλι και άλλοι. Δεν ήταν εύκολο».
– Ο Γιώργος Βαρδινογιάννης ήταν κοντά στην ομάδα;
«Ηταν πάντα κοντά στην ομάδα. Ηταν απλός άνθρωπος, δεχόταν να του μιλήσεις για οποιοδήποτε θέμα. Και είχε μεγάλη αρρώστια με την ομάδα. Νοιαζόταν για την καθημερινότητα της ομάδας. Δεν πιστεύω ότι μπορεί να περάσει καλύτερος πρόεδρος».
– Βαζέχα, Σαραβάκος, τέτοιοι ποδοσφαιριστές;
«Επαιξαν μαζί πέντε χρόνια. Υπήρχε μια τριάδα με τον Χρήστο Δημόπουλο, απίστευτη τριπλέτα. Ο Βαζέχα ήταν εκπληκτικός στο εκτελεστικό κομμάτι και αυτό αποδεικνύεται από τους αριθμούς. Ο Μήτσος ο Σαραβάκος ήταν πολύ μεγάλος παίκτης, τι να λέμε».
– Ως προσωπικότητα πώς ήταν ο Σαραβάκος;
«Αυτά που έλεγαν ότι ήταν απόμακρος και κλειστός δεν ισχύουν. Ηταν ένα παιδί που μιλούσε, έκανε παρέα με εμάς, αλλά ήταν λίγο πιο σοβαρός και λιγομίλητος. Πολλά από τα παιδιά αυτά αδικήθηκαν που δεν έπαιξαν στο εξωτερικό. Ο Σαραβάκος θα μπορούσε άνετα να παίξει ομάδες όπως οι Ατλέτικο Μαδρίτης, Γιουβέντους. Ο Μανωλάς, ο Αποστολάκης, ο Μαυρίδης, ο Καλιτζάκης, ο Κωφίδης. Τώρα είναι πιο εύκολο. Αδικήθηκαν και οικονομικά».
– Και μετά από πέντε χρόνια τελειώνει ο Παναθηναϊκός…
«Ενώ δεν ήταν να φύγω από την ομάδα, αλλά καταλάβαινα ότι έρχεται καινούργια φουρνιά. Είπα τότε ότι είναι καιρός να φύγω. Τότε πήγε ο Ανδρέας Μιχαλόπουλος στον Πανιώνιο και ήταν μια κατάσταση για μένα ιδανική. Κάθισα τρία χρόνια εκεί και πέρασα όμορφα».
– Oταν ήρθατε για πρώτη φορά ως προπονητής στην Παναχαϊκή, φαινόταν αυτό που θα ακολουθούσε τα επόμενα χρόνια;
«Η Παναχαϊκή έχει μεγάλο βάρος. Νομίζεις ότι είσαι στην Μπαρτσελόνα. Δεν ήταν κάτι που να σε προδιαθέτει για το τι θα ακολουθήσει. Αν πρέπει να αναφέρω δέκα πράγματα για τον Λουκόπουλο, θα πω ότι έχει οκτώ θετικά και δύο αρνητικά. Είχε την ομάδα πάντα στην Α’ Εθνική και όποτε υποβιβαζόταν, την ανέβαζε αμέσως. Και θύμάμαι τότε ότι το πρόβλημα του κόσμου ήταν ότι η ομάδα δεν βρισκόταν πάντα στην Α’ Εθνική! Γιατί δεν βγαίνει στην Ευρώπη, γιατί υποβιβάζεται… Πώς να βγει στην Ευρώπη από τη στιγμή που ο Λουκόπουλος την ψιλοσυντηρούσε όπως μπορούσε; Τι ζητούσαμε από τον Λουκόπουλο; Να γίνει τι; Να την πάει πού; Με τι λεφτά; Μην είμαστε άδικοι. Η δική μου άποψη για τον Λουκόπουλο είναι θετική. Είχε τρέλα για την ομάδα, είχε αγάπη. Γιατί αν γνωρίζαμε τότε τι θα επακολουθούσε, θα λέγαμε άλλα. Πάντα πίστευα και τότε ότι θα βρεθεί ένας άνθρωπος, που θα έχει και μια σχετική τρέλα και την αναλάβει».
– Είναι μόνο θέμα χρημάτων;
«Οχι και θα σου πω κάτι. Αν υπάρξει ένας άνθρωπος που δεν έχει τα τρελά λεφτά και είναι νοικοκύρης, τότε με τον κόσμο που θα ξυπνήσει και την υποστήριξη που θα έχει, μετά δεν θα χρειαστεί να βάλει φράγκο. Εγώ στο λέω».
– Επιστρέφετε με τον Στάθη Μουτζουρούλια σε μια μεταβατική περίοδο για την ομάδα…
«Ναι, ήταν η περίοδος που από Πατραϊκός έγινε Παναχαϊκή. Είχαμε καλή ομάδα, παραμείναμε στην Κατηγορία. Και ο Στάθης προσπαθούσε για την ομάδα, αλλά μετά οικονομικά δεν μπορούσε να αντέξει».
– Και έρχεστε πάλι το 2007 με τον Κώστα Μακρή…
«Ο Λουκόπουλος με είχε πάρει τηλέφωνο. Είχε ανακατευτεί για κανά 8μηνο, γιατί ο Μακρής ήταν στην Αυστραλία και ήθελε να βοηθήσει. Δεν είχε τότε η Παναχαϊκή το έρεισμα στον κόσμο για να κάνει πρωταθλητισμό. Παρότι ο Μακρής έβαλε χρήματα, δεν υπήρχε σοβαρότητα. Εβαλε ο άνθρωπος λεφτά, αλλά… Με τα λεφτά που έβαλε ο Μακρής, αν η ομάδα λειτουργούσε ποδοσφαιρικά, η Παναχαϊκή θα ήταν κάτι σαν τον Αστέρα Τρίπολης σε επίπεδο λειτουργίας. Τον προγκήξανε τον άνθρωπο. Πρέπει να βρεθεί κάποιος που να είναι ποδοσφαιράνθρωπος και να έχει την καψούρα. Αλλιώς δεν γίνεται τίποτα».
– Ωστόσο παρουσιάστηκε μια μεγάλη ευκαιρία με τη Συμμαχία…
«Πράγματι, αλλά δεν θέλω να πω ποιος έκανε λάθος. Από τη στιγμή που δόθηκαν κάποια χρήματα και δεν τα έβαζε μόνο ένας, η Παναχαϊκή θα έπρεπε να κυνηγήσει άμεσα την άνοδο. Ανέβηκε στη Β’ Εθνική. Αμεσα έπρεπε να κυνηγήσει την άνοδο στην Α’. Δεν υπάρχουν στην Ελλάδα πλάνα τριετίας, πενταετίας και δεκαετίας. Στην Ελλάδα ανεβαίνει αυτός που έχει χρήματα, κάνει μεταγραφές και θωρακίζει την ομάδα σε όλα τα επίπεδα. Δεν λέω ότι ήταν κακό το πλάνο του Κώστα (Κατσουράνη), αλλά έπρεπε να προβλέψει τι θα γίνει με τους άλλους. Αν το είχε προβλέψει, θα το έκανε. Τη στιγμή που οι Σύμμαχοι τα είχαν καλά μεταξύ τους, θα έπρεπε να ανέβει η ομάδα».
– Και ο Μπέος το ίδιο δεν έκανε;
«Αστους να λένε για τον Μπέο. Ο Μπέος έπαιρνε τις Κατηγορίες, αλλά έφτιαχνε και καλές ομάδες. Μην γελιέσαι ότι ο Μπέος είναι ο μάγκας της ιστορίας και τα ξέρει όλα. Ξέρει όμως να φτιάχνει καλές ομάδες, ξέρει να παίρνει καλούς παίκτες. Ολα τα άλλα είναι μ…κίες. Λοιπόν ξεκάθαρα, ο Κουρμπανάς το λέει και γράφτο. Θα μπορούσε με τη Συμμαχία να ανέβει άμεσα».
– Τώρα είναι δύσκολα τα πράγματα…
«Δεν υπάρχει Παναχαϊκή που να μπορεί να επανέλθει, φαίνεται ότι δεν μπορεί. Δεν τους ξέρω τους ανθρώπους, αλλά βρίσκονται μακριά. Ξέρεις ποιες ομάδες πάνε καλά; Ο Πανουργιάς (Παπαϊωάννου) της Λαμίας είναι όλη μέρα στο γήπεδο, ο Κωστούλας δίπλα στην ομάδα, ο Μποροβήλος στην Τρίπολη. Τι να διοικήσει τώρα από την Αμερική; Πλάκα μου κάνεις».
– Και στην Καλαμάτα το ίδιο συμβαίνει;
«Γατόνι είσαι! Αν ήταν ο Πρασσάς στην πόλη θα ήταν αλλιώς. Τώρα δεν γίνεται».
– Θα θέλατε να επιστρέψετε στην Παναχαϊκή;
«Θα ήθελα να επιστρέψω στην Παναχαϊκή για να βοηθήσω. Ναι, θα το ήθελα. Στο επίπεδο αυτό που βρίσκεται η ομάδα θα μπορούσα να βοηθήσω και ως προπονητής, αλλά όχι μόνο. Ανάλογα σε ποια Κατηγορία θα είναι. Βεβαίως και πάλι θα ήθελα να υπηρετήσω την Παναχαϊκή».
Πηγή: pelop